- κρεόδοντα
- (Creodonta). Τάξη εξαφανισμένων πρωτόγονων σαρκοφάγων θηλαστικών. Βρέθηκαν για πρώτη φορά, ως απολιθώματα, σε ιζήματα του τριτογενούς στη Μογγολία. Τα κ. εξελίχθηκαν από τα θηλαστικά της όψιμης κρητιδικής περιόδου και έφτασαν το αποκορύφωμά τους –όσον αφορά τον αριθμό και την ποικιλομορφία τους– κατά το ηώκαινο. Ήταν ζώα ποικίλου μεγέθους, με ογκώδη κοντά άκρα που έφεραν πέντε δάχτυλα, επίμηκες και χαμηλό κρανίο, εγκέφαλο μετρίων διαστάσεων και γομφίους με φυμάτια ή κοφτερούς. Η τάξη περιλαμβάνει δύο οικογένειες, τις oxyaenidae και τις hyaenodontidae. Χαρακτηριστικός αντιπρόσωπος της δεύτερης οικογένειας είναι το γένος Hyaenodon, το οποίο περιλάμβανε μεγάλους και ικανούς θηρευτές, με επίμηκες και στενό κρανίο.
Σύγκριση των κρανίων ενός κρεόδοντου (1) του μέσου ηώκαινου και ενός σκύλου (2) του ολιγόκαινου. Τα κρεόδοντα είναι τα αρχαιότερα σαρκοφάγα.
* * *τα(παλαιοντ.) απολιθωμένη τάξη πρωτόγονων σαρκοφάγων θηλαστικών.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. creodonta < νεώτ. λατ. creodonta < cre- (πρβλ. κρε[ο]- < κρέας) + -odonta (< οδοντ- < ὀδών)].
Dictionary of Greek. 2013.